Οι πολλαπλές εν Ελλάδι εκδοχές του νεοφιλελευθερισμού και της αντιδημοκρατικής κεφαλαιοκρατίας υποτονθόρυζαν προεκλογικά τη λατρεία τους για τα Μνημόνια. Μετεκλογικά, ξεσαλώνουν απροκάλυπτα κομπάζοντας, μάλιστα, ότι...είναι «ευρωπαϊστές».
Η εκ μέρους τους χρήση του «ευρωπαϊσμού» δεν είναι τίποτε άλλο από παραμορφωτική ηχώ αυθαίρετα συρραμμένων υποκειμενισμών-και πιο συγκεκριμένα, υποκειμενισμών υπερκέρδους, ισχύος, απληστίας. Το στόμα τους διαφημίζεται, εξίσου αυθαίρετα, ως μοναδικό όριο και αποκλειστική δυνατότητα κατανόησης των αντιθέσεων στην Ευρώπη. Επί χρόνια, απευθύνουν στην υπόλοιπη κοινωνία, μέσα από τα ΜΜΕ που κατέχουν και τους διαύλους χειραγώγησης που αγοράζουν (με δανεικά κι αγύριστα από το δημόσιο), τον μονόπλευρα επικαθορισμένο «ευρωπαϊσμό» τους, ώστε να εξαθλιώνουν τον κόσμο της εργασίας στην Ελλάδα και να αναδιανέμουν ξέφρενα από κάτω προς τα πάνω, προς όφελος μιας «επιχειρηματικότητας» τύπου Siemens και Energa.
Ο ανθρώπινος τύπος που εκπαίδευσαν στην ελληνική κοινωνία είναι ο αδηφάγος, εθνικιστής, δίβουλος καταφερτζής, που επικαλείται τις «μεγάλες δυνάμεις» για να συντάσσεται με το πρότυπο των Ελλήνων καπιταλιστών, θεωρώντας ότι θα φάει κι αυτός με χρυσά κουτάλια, ενώ εύχεται το τσάκισμα της Αριστεράς, ώστε να εκμεταλλεύεται ασύστολα όποιον είναι του χεριού του («ντόπιο» ή μετανάστη), σε μια κοινωνία χωρίς δικαιώματα, διεκδίκηση και αξιοπρέπεια, στο ολοκληρωτικό Μνημόνιο των ονείρων του. Ουδεμία, λοιπόν, σχέση με...διαφωτισμό, ο «ευρωπαϊσμός» των νεοφιλελεύθερων (ακρο)δεξιών ελίτ στην Ελλάδα, για να τελειώνουμε κάποτε με τις τοξικές μπούρδες.
Οι εφοπλιστικές καμπύλες του ΣΚΑΪ και οι δουλικές νόρμες της σαρκοφάγου «μετριοπάθειας» εκβιάζουν την αποδοχή του νεοφιλελεύθερου δημοκρατικού ελλείμματος ως μονόδρομο για την Ευρώπη και παραμορφώνουν τις υπαρκτές αντιθέσεις σύμφωνα με τις επιθυμίες των κυρίαρχων τάξεων στην Ελλάδα. Μετά τις εκλογές και τη συγκρότηση κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, για πρώτη φορά έγινε τόσο ορατό ότι ο μονόπλευρος επικαθορισμός τους είναι αναστρέψιμος κι εκείνοι επιμένουν να τον προτάσσουν στη θέση της δημοκρατίας από την οποία έχουν συνειδητά αποξενωθεί.
Σύμφωνα με τα ιδεολογήματά τους, δεν είναι Ευρωπαίος ο Μπρετόν, που κατηγόρησε αμείλικτα τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και τα πολιτικά ήθη τους για την φρίκη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν είναι Ευρωπαίοι ο Ρεμπώ ή ο Μαρξ, που εισηγήθηκαν θεμελιώδεις μετασχηματισμούς για την αλλαγή της ζωής ή την αλλαγή του τρόπου παραγωγής, δεν είναι Ευρωπαίος ο Κάφκα, που συνέδεσε τις επικρατούσες εξουσιαστικές σχέσεις με την αλλοτρίωση του προσώπου στις «διαφωτισμένες» κοινωνίες. Σύμφωνα με τα ιδεολογήματά τους, Ευρωπαίοι είναι οι απανταχού φανατικοί της Θάτσερ και του Χάγιεκ, οι συνέταιροι του μονεταριστικού σωβινισμού, οι «βελούδινοι» δολοπλόκοι του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και τα σούργελα του «Ποταμιού». Το πρόσωπο του πιο στυγνού καθεστωτισμού επινοεί εν ου παικτοίς το όχημά του, ως ένα θέαμα που θα μπορούσε να αποκληθεί «Ο Ταλεϋράνδος μουλαράς».
Τι είναι, όμως, εν τέλει, οι αυτοαποκαλούμενοι «ευρωπαϊστές»; Πάνω απ’ όλα είναι εκτζημερωμένα λιγούρια και κορυνοφόροι του έθνους των κερδισμένων: αυτοί που θεωρούν αιώνιο προνόμιο να καθορίζουν τη νομή του πλούτου, το κόστος της εργασίας και την έκταση των φορολογικών ανισοτήτων, σε αποκλειστικούς διακανονισμούς με τους ομοϊδεάτες, ομολόγους και ομόσταβλούς τους από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι αμετανόητοι ελληνάρες του πιο ψυχροπολεμικού αυταρχισμού, απαξιωμένοι Γκαστόνε σε παραλήρημα, που επιζητούν την καταστροφή της κοινωνίας. Είναι, όπως θα έλεγε ο Ευρωπαίος Ρολάν Μπαρτ, ένα découpage, ακρωτηριασμός της πραγματικότητας, για να βαθύνουν οι κοινωνικές πληγές που αυτοί προκάλεσαν, διότι κερδίζουν με το αίμα των άλλων.
Το αγωνιστικό πλαίσιο των πολύμορφων ρήξεων και συγκλίσεων για δημοκρατικότερη και δικαιότερη Ευρώπη έχει ήδη τεθεί. Και είναι, μεταξύ άλλων, αναμέτρηση με την εγχώρια τρομοκρατική ασυδοσία και διαχειριστική βαρβαρότητα. Οι δικαιολογίες, οι δοκησισοφίες και τα επαμφοτερίζοντα τεχνάσματα εξαντλήθηκαν προ πολλού.
Νίκος Σκοπλάκης